Μοναστηράκι – Ψυρρή (Ιστορική αναδρομή στην Αθήνα μας)
Μοναστηράκι – Ψυρρή (Ιστορική αναδρομή στην Αθήνα μας)
Ψυρρή


Όμως το 1908 νέες αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις στην εκκλησία, αλλοτρίωσαν την φυσιογνωμία της. Στον αύλειο χώρο των Αγίων Αναργύρων είναι ενταφιασμένοι οι αγωνιστές της εθνεγερσίας αδελφοί Σαρρή και Παναγής Κτενάς. Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός, ότι σε ένα κελί της εκκλησίας έζησε ένα διάστημα ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Ακόμα υπάρχει η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής απέναντι απο την εκκλησία των Αγίων Αναργύρων, επι των οδών Λεπενιώτου και Αγ. Αναργύρων. Ο ναός ανηγέρθη το 1935 σε θέση που προϋφίστατο παλαιότερα άλλη του ιδίου ονόματος εκκλησία και που καταστράφηκε κατά την διάρκεια του αγώνα της εθνεγερσίας. Επίσης η μικρή εκκλησίτσα Άγιος Αθανάσιος-Αιγινίτικο Μετόχι, ευρίσκεται επι της οδού Αριστοφάνους 32 και συνιστά μικρή δίκλιτη βασιλική. Ο Άγιος Δημήτριος, ο νέος, επι της οδού Αγίου Δημητρίου, που ανηγέρθη το 1845 στον χώρο προϋφιστάμενου ναού του 17-ου αιώνα. Το επίθετο νέος μάλλον προσεδόθη κατά τον Δημήτριο Καμπούρογλου, για την πρωτόγνωρη για την Αθήνα παράσταση του Αγίου Δημητρίου, ως «νεανία ειρηνικού». Ακόμα υφίστατο η πλέον κατεδαφισμένη εκκλησία της Αγίας Θέκλας ή Αγία του Οικονόμου, στην διασταύρωση των οδών Ερμού και Αγίας Θέκλας, πρός τιμήν της Αθηναίας Αγίας Θέκλας ή Αγαθόκλειας, που ήταν μάρτυρας των Αθηνών. Εθεωρείτο ο ναός της Αγίας Θέκλας μια εκ των παλαιοτέρων εκκλησιών του Ψυρρή. Υπέστη σοβαρότατες ζημιές στα χρόνια της επανάστασης και τελικά γκρεμίστηκε το 1848.
Πλατεία Ηρώων

Οικία Ι. Καρατζά
Η συνοικία του Ψυρρή και ειδικώτερα η οδός Σαρρή, στα μεταεπαναστατικά χρόνια υπήρξε χώρος διαμονής επιφανών Αθηναίων. Σ΄αυτούς συγκαταλέγετο και ο ηγεμόνας της Βλαχίας Ιωάννης Καρατζάς, που διέμενε στην Σαρρή, μέχρι να αποπερατωθεί το αρχοντικό του στην Πλατεία Ελευθερίας. Στην οικία αυτή της οδού Σαρρή, απο το 1836 μέχρι 1852 φιλοξενήθηκε το Κολέγιο – Σχολείο Θηλέων της Charlotte Volmerange. Το Κολέγιο συνεστήθη στις αρχές της δεκαετίας του 1830 στο Ναύπλιο και απο το 1836 μεταφέρθηκε στην Αθήνα. Η γαλλικής καταγωγής Σ. Βολμεράνζ διέμενε για μακρό χρονικό διάστημα στην Ρωσία, όπου και εξεπαίδευε κορίτσια της ανώτερης κοινωνικής τάξης. Το σπίτι μεθύστερα πέρασε στην ιδιοκτησία του εκδότη Κωνσταντίνου Γκαρμπολά. Κατόπιν εγκαταλείφθηκε για να φιλοξενήσει αργότερα τις φυλακές Γκαρπολά. Αξίζει να σημειωθεί ότι κρατούμενος των φυλακών αυτών, υπήρξε ο μεγάλος μας πολιτικός μεταρρυθμιστής και πρωθυπουργός Χαρίλαος Τρικούπης. Ο λόγος ήταν η δημοσίευση του ρηξικέλευθου άρθρου του «Τις πταίει» που αποτελούσε ένα δριμύ κατηγορώ στο φθαρμένο πολιτικό σύστημα της εποχής, στην εφημερίδα «Καιροί» του Πέτρου Κανελλίδη. Ομως στις φυλακές αυτές αργότερα θα φυλακιστεί και ο διαβόητος έμπορος όπλων Βασίλειος Ζαχάρωφ (1849-1936), κατηγορηθείς για πλαστογραφία στο Λονδίνο.
Μπακάλικο του Καχριμάνη
Ευρίσκετο στο ισόγειο διώροφης κατοικίας της πρώτης οθωνικής περιόδου. Το μπακάλικο αυτό έγινε γνωστό και πέρασε στην κοινωνική μας ιστορία, ως στέκι του «Αγίου» των ελληνικών γραμμάτων Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, ο οποίος όταν έμενε στην συνοικία του Ψυρρή, το είχε καταστήσει καθημερινό του στέκι.
Βρύση του Τάκη
Ευρίσκετο στην τωρινή οδό Τάκη η εν λόγω βρύση και συνιστούσε μια απο τις κεντρικότερες βρύσες του Ψυρρή. Ονομάζονταν ακόμα βρύση του Τάκη ή Τάτση ανήκοντας στην αντίστοιχη οικογένεια του Ψυρρή.
Τυπογραφείο «Εμπρός»
Επι της οδού Ρήγα Παλαμήδη 2, ευρίσκετο το τυπογραφείο της πρωτοπόρου για τον ελληνικό τύπο και την δημοσιογραφία μας εφημερδας «Εμπρός», την οποία είχε ιδρύσει και διηύθυνε ο εμπνευσμένος και εύτολμος εκδότης Δημήτριος Καλαποθάκης (1862-1921). Διαβλέποντας τις εξελίξεις, αλλά και μεγάλος οραματιστής συνάμα στο πεδίο του τύπου ο Καλαποθάκης, εισήγε απο το εξωτερικό τις πρώτες λινοτυπικές μηχανές στην Ελλάδα. Για 25 ολόκληρα χρόνια ο Καλαποθάκης διατηρούσε την πρωτοκαθεδρία στον ελληνικό τύπο. Το 1945 το φύλλο επανεξεδόθη σε νέα μορφή, εβδομαδιαίας κυκλοφορίας, απο τον γιό του ιδρυτή της εφημερίδας Δημήτρη Καλαποθάκη, Αλκιβιάδη Καλαποθάκη. Σιγά σιγά όμως η εφημερίδα έχανε εκδοτικό έδαφος και στα χρόνια της Απριλιανής δικτατορίας, απεσύρθη οριστικά απο το αθηναϊκό πρακτορείο. Έκτοτε με το κλείσιμο της εφημερίδας, το κτίριο στέγαζε τον θεατρικό οργανισμό «Μορφές».
Οικία Ρήγα Παλαμήδη
Ευρίσκετο στην ομώνυμη οδό Ρήγα Παλαμήδη. Ο Παλαμήδης υπήρξε αγωνιστής της εθνεγερσίας, αλλά και εξέχον πολιτικός στα μεταπελευθερωτικά χρόνια. Διετέλεσε έτσι πολλές φορές υπουργός επι Όθωνος, αλλά και νομάρχης συνάμα (1794-1872). Στην οικία του αυτή στεγάστηκε για κάποιο χρονικό διάστημα ένα τμήμα των Γενικών Αρχείων του Κράτους.
Παλαιό Κακουργοδικείο
Ευρίσκεται στην διασταύρωση των οδών Αγίας Ελεούσης 4 και Κακουργοδικείου. Συνίσταται σε ένα διώροφο των χρόνων 1835-37 περιλαμβάντοντας ακόμα ένα τμήμα του ναού της Αγίας Ελεούσης. Μη υπάρχοντος άλλου προσφερομένου κτιρίου στον χώρο, στεγάστηκε το πρώτο Κακουργοδικείο της Αθήνας. Πιθανολογείαι ότι είναι έργο του αρχιτέκτονα Χρ. Χάνσεν. Μετέπειτα στεγάστηκε στο κτίριο αστυνομικός σταθμός, ενώ φιλοξένησε και άλλες χρήσεις. Όταν η Αγία Ελεούσα αποτελούσε ενοριακή εκκλησία του Ψυρρή, σ΄αυτήν είχαν γίνει τα βαπτίσια της περίφημης κόρης των Αθηνών Τερέζας Μακρή και είχε συνάμα ταφεί και ο πατέρας της. Κατά τον σπουδαίο αθηναιογράφο Δημήτριο Καμπούρογλου, στην εκκλησία της Αγίας Ελεούσης είχε ενταφιαστεί ο Αθηναίος πατριάρχης Ιεροσολύμων Παρθένιος ο Γερένης, ο οποίος απεβίωσε το 1770. Το κτίριο πέρασε στην ιδιοκτησία της εκκλησίας το 1955. Έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο ως ιστορικό μνημείο και επίκειται η συντήρησή του.
Οικία Δ. Οριγώνη
Ευρίσκεται επι της οδού Αγίας Ελεούσης 5, η οικία Οριγώνη και αποτελούσε ιδιοκτησία του επιφανούς φιλέλληνα Δομένικου Οριγώνη απο το Αιάκιο της Κορσικής. Στην ιδιοκτησία του είχε περάσει κατόπιν αγοράς απο τούρκο αξιωματούχο. Το κτίριο είχε διαχωριστεί σε δυο τμήματα. Στο ένα τμήμα κατοικούσαν οι οικογένειες Οριγώνη και Τράϊμπερ, δοθέντος ότι ο Τράϊμπερ ήταν γαμπρός του Οριγώνη-είχε νυμφευτεί την κόρη του. Και στο άλλο τμήμα διέμενε ο βασιλεύς Όθων, όταν πρωτοήλθε στην Αθήνα. Πρωτοποριακά σχεδιασμένο το κτίριο και με ποικίλες παροχές για την εποχή του, διέθετε λουτρά, αλλά και όμορφες αισθητικά αυλές με καμάρες.
Το σπίτι της κόρης των Αθηνών

Οικία Βιτάλη
Η οικία Βιτάλη ευρίσκετο επι της οδού Καραϊσκάκη. Την είχε ενοικάσει ως χώρο διαμονής του, κατά την επίσκεψή του στην Ελλάδα το 1819 ο γάλλος ζωγράφος Louis Dupre (1789-1837). Το έτος 1837 στην οικία Βιτάλη φιλοξενήθηκε το Παρθεναγωγείο της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας.
Μοναστηράκι
Αποτελώντας το κέντρο του μικρεμπορίου, με αγορά χιλιάδων προϊόντων που παραπέμπουν στην παραδοσιακή κοινωνική οικονομία, αλλά και έχοντας την ιερή αύρα απο τον γύρο χώρο της Ακρόπολης, το Μοναστηράκι συνιστά μια ξεχωριστή σε χρώμα συνοικία της αγαπημένης μας Αθήνας. Τα χρώματα, τα αρώματα και οι μυρουδιές, απο τα λογής λογής πράγματα που μπορεί να αγοράσει εκεί κανείς, αλλά και η διασταύρωση χιλιάδων ανθρώπων, με διαφορετικές πολιτισμικές ταυτότητες και κουλτούρες, του προσδίδουν έναν αέρα ανατολής. Είναι μια μικρογραφία θα λέγαμε των παλιών ανατολίτικών παζαριών. Στα χνάρια του μπολιάστηκαν το πολιτισμικό ήθος της Ορθοδοξίας, με το φωτοβόλο αρχαιοελληνικό πνεύμα και προσέδωσαν στη ταυτότητα της Αθήνας μας, μια σπάνια πολιτισμική ιδιοτυπία. Η περιοχή του Μοναστηρακίου εκτείνεται στην γνωστή μας εκλλησία του, που είναι το κεντρικό σημείο αναφοράς της περιοχής. Ονοματοδοτήθηκε έστι απο το περίφημο Μοναστήρι της Παντάνασσας, που υπήρχε στην συνοικία τον 19-ο αιώνα. Προοδευτικά στο χρόνο όμως το Μοναστήρι έχασε την περιουσία και την κοινωνική του αίγλη και περιορίστηκε στον χαρακτήρα ένα μικρού Μοναστηρίου. Εξού και το όνομα Μοναστηράκι, στα χρόνια του βασιλέως του Γεωργίου του Α΄. Απο το πανέμορφο και παντοδύναμο παλιά μοναστήρι, διασώζεται μόνον η γνωστή μας εκκλησία της Πλατείας. Όπως προαναφέραμε η συνοικία εχει γίνει συνώνυμο με το μικρεμπόριο και την εξεύρεση σπανίων μεταχειρισμένων αντικειμένων. Απο έπιπλα, σιδηρικά εργαλεία και οικιακά σκεύη παλιών δεκαετιών, όπως χαλκώματα και τετζέρια, μέχρι πέταλα και στεφάνια για βαρέλια κρασιού. Οι δυο κεντρικές αρτηρίες της συνοικίας είναι η οδός Ηφαίστου και η οδός Πανδρόσου. Όπως πιθανολογεί ο αναγνώστης απο το όνομα του θεού του σιδήρου Ηφαίστου, στην οδό Ηφαίστου ήταν μαζεμένα τα σιδηρουργεία της παλιάς Αθήνας. Επονομαζόμενα κατ΄ άλλο τρόπο και «γύφτικα», όνομα με το οποίο επίσης αναφέρονταν η βόρεια της εκκλησίας των Αγ. Ασωμάτων γειτονιά, στην οποία υπήρχε και η γύφτικη πόρτα του τείχους του Χασεκή. Η οδός Πανδρόσου απο την άλλη αποτελούσε την κεντρική οδό του παζαριού, στα χρόνια της τουρκοκρατίας. Παράλληλα έφερε και το όνομα «αμπατζήδικα» απο το εμπόριο των αμπάδων που γίνονταν, αλλά και «τσαρουχάδικα» απο τα ευρισκόμενα εκεί εργαστήρια παραδοσιακών τσαρουχιών.
Πλατεία Μοναστηρακίου
Οφείλει το όνομά της στην εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου που υφίσταται στο κέντρο της Πλατείας. Στον μεγάλο αύλειο χώρο που υπάρχει σήμερα στην Πλατεία πέριξ της εκκλησίας, την περίοδο αιχμής του Μοναστηρίου τον 19-ο αιώνα υπήρχαν τα βοηθητικά κτίρια του Μοναστηρίου της Παναγίας της Παντάνασσας. Στον ίδο χώρο βρίσκεται και ο σταθμός του ηλεκτρικού σιδηρόδρομου Αθηνών- Πειραιώς, που υπήρξε απο τα αρχιτεκτονικά στολίδια της πολιτισμικής ταυτότητας της Αθήνας και οικοδομήθηκε το 1895. Εγγύτερα ακόμα της Πλατείας την περίοδο της τουρκοκρατίας υπήρχε και μια κρήνη, επονομαζόμενη και «κρήνη του κάτω παζαριού», «Κάτω συντριβάνι». Την κρήνη είχε δωρήσει στην Αθήνα ο βοεβόδας Τζισταράκης. Αποτελείτο απο τέσσερις κρουνούς, απο τους οποίους έρρε αδιάλειπτα νερό. Ακόμα δίπλα στην κρήνη υπήρχαν καθίσματα για να κάθονται και να ξεκουράζονται οι Τούρκοι αγάδες. Σημειώνουμε ότι η Πλατεία Μοναστηρακίου είχε πολιτογραφηθεί και με άλλα ονόματα όπως πλατεία «Αδριανού» δοθέντος ότι ήταν όμορη με την βιβλιοθήκη του Αδριανού, «της παλαιάς στρατώνας», «των αμαξών» ή «στις καρότσες». Εκ του γεγονότος ότι στα τέλη του 19-ου αιώνα στην διασταύρωση των οδών Ερμού και Αθήνας, είχε δημιουργηθεί στάση – «πιάτσα» για τα ιππήλατα οχήματα «σούστες» και αραμπάδες. Ακόμα στην Πλατεία Μοναστηρακίου ελάμβαναν χώρα λαϊκά θεάματα, όπως παραστάσεις με ακροβατικά, ταχυδακτυλουργούς και θαυματοποιούς. Στα δίσεκτα χρόνια της κατοχικής περιόδου, στην πλατεία ελάμβαναν χώρα συσσίτια, ενώ την πλατεία Μοναστηρακίου είχαν ως ορμητήριο και πολλοί βιοπαλαιστές, όπως λούστροι, πλανόδιοι μικροπωλητές και άλλοι.
Παντάνασσα Μοναστηράκι
Συνιστά αδιαμφισβήτητα απο τις πιο γνωστές εκκλησίες της Αθήνας μας. Ως πρός την αρχιτεκτονική της, αποτελεί τρίκλιτη καμαροσκεπής βασιλική του 10-ου αιώνα. Υπήρξε το καθολικό της γυναικείας Μονής της Παντάνασσας η οποία ήταν αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Αξίζει να σημειώσουμε εμφατικά ότι η Μονή τότε πρωτοστάτησε στην οικιακή οικονομία με την πολυεδρική της δραστηριότητα στην υφαντουργία, τα πλεκτά και άλλες δραστηριότητες. Με την μεγάλη εξάλλου παραγωγή που είχε στα υφαντά, προμήθευε κεντρικά το παζάρι. Ως πρός το ιδιοκτησιακό καθεστώς της Μονής και κατά τον Δ. Καμπούρογλου στα 1678 σύμφωνα με πατριαρχικό «συγγίλιο» η μονή υπήγετο στην ιδιοκτησία του Νικολάου Μπονεφάτση, ο οποίος με την σειρά του την δώρισε στην Μονή Καισαριανής, της οποίας η Παντάνασσα αποτελούσε Μετόχι. Στα χρόνια εκείνα η ηθική αίγλη και η κοινωνικοοικονομική δύναμη του Μοναστηρίου απογιειώθηκε. Υπάχει μια εκτίμηση ότι στο Μοναστήρι της Παντάνασσας έκλειναν μοναχές που είχαν παραστρατήσει και της εξανάγκαζαν σε εργασία στους αργαλειούς για να τις συνετίσουν. Σημεινώνουμε ακόμα ότι τα κελιά του Μοναστηριού υπήρξαν χώρος κοινωνικής θαλπωρής και προστασίας για αδύναμες γυναίκες και εγκαταλελειμμένες μητέρες, που έδιναν και αυτές χείρα βοηθείας στα εργαστήρια υφαντουργίας του Μοναστηρίου. Όμως η επίλευση του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου τον 20-ο αιώνα στάθηκε μοιραία για τα κτίσματα της Μονής. Κατεδαφίστηκαν όλα με εξαίρεση της εκκλησίας, για να αναγερθεί το κτίριο του σταθμού. Με την πάροδο του χρόνου έγιναν αισθητικές παρεμβάσεις στον ναό, που αλοίωσαν την αρχιτεκτονική του φυσιογνωμία. Πάραυτα σχετικά πρόσφατα έλαβε χώρα αποκατάσταση του ναού.
Τζαμί του Τζισταράκι
Ευρίσκεται επι της οδού Άρεως 1 και είναι αυτή την στιγμή το μοναδικό τζαμί στην Αθήνα, που είναι επισκέψιμο. Στον κόσμο αναφέρονταν σαν «του κάτω συντριβανιού» απο το συντριβάνι που υφίστατο δίπλα του, ακόμα με το όνομα σαν «του κάτω παζαριού», προφανώς απο το όνομα της Πλαιάς Αγοράς της Αθήνας, που έφτανε γεωγραφικά μέχρι το τζαμί, αλλά επίσης και με το όνομα «κουσουνού τζαμί». Ανηγέρθη το τζαμί το 1759 απο τον βοεβόδα Μουσταφά Αγά –Τζισταράκι κατά πως αμαφέρεται στην είσοδό του. Πάραυτα ο Τζισταράκης προκειμένου να οικοδομήσει το τζαμί προέβη σε μια παρασπονδία, για την οποία τιμωρήθηκε αυστηρά με την καθάιρεση απο το αξιωμά του. Συγκεκριμένα για να προμηθευτεί ασβέστη γκρέμισε έναν απο τους στύλους του Ολυμπίου Διός. Όμως οι Τούρκοι ήταν αυστηρώς αντίθετοι με την καταστροφή και μετακίνηση αρχαίων μνημείων και εξέλαβαν την ενέργεια αυτή ως ιεροσυλία και πρόξενο «θανάτου». Η δοξασία τους για τον θάνατο εξεπήγαζε απο την σκέψη, ότι μια πράξη προσβολής των μνημείων απελευθέρωνε δυνάμεις απο τα βάθη της γής, που με την σειρά τους έφεραν συμφορές. Μποίρα τραγική όμως την χρονιά που ο Τζισταράκης κατέστρεψε τον κίονα του Ολυμπίου Διός, εμφανίστηκε στην Αθήνα πανώλη !!! και οι Τούρκοι ευθέως την απέδωσαν στην ιεροσυλία του Τζισταράκη. Στα χρόνια του αγώνα της εθνεγερσίας το τζαμί αποτέλεσε και χώρο συνεύρεσης των μελών της κοινότητας. Ενώ με την ίδρυση του αρτιγέννητου ελληνικού κράτους, το τζαμί μετασκευάζονταν κατά καιρούς σε στρατώνα αποθήκη και φυλακή. Αφότου αφίχθη ο βασιλεύς Όθων στην Ελλάδα, κατά την δεύτερη επίσκεψή του στην Αθήνα τον Μάρτιο του 1834, παρετέθη πρός τιμήν του δεξίωση στο τζαμί. Στα 1915 έγινε αρχιτεκτονική παρέμβαση αναστήλωσης απο τον Αν. Ορλάνδο. Ενώ την μακρά περίοδο 1918-1973 το τζαμί φιλοξένησε το «Μουσείο των Ελληνικών Χειροτεχνημάτων» που συνεστήθη τότε. Απο το 1923 μάλιστα έφερε το όνομα «Εθνικόν Μουσείον Κοσμητικών Τεχνών». Στις μέρες μας το τζαμί του Τζισταράκη αποτελεί παράρτημα του «Μουσείου Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης» και ειδικώτερα ως Μουσείο Παραδοσιακής Κεραμεικής», φιλοξενώντας απο το 1975 την Συλλογή Λαϊκής Κεραμεικής του Β. Κυριαζόπουλου, η οποία περιλαμβάνει 800 περίπου κεραμεικά του 19-ου και του 20-ου αιώνα. Ένα ξεχωριστό ακόμα γεγονός είναι συνδεδεμένο με την σύγχρονη ιστορία του τζαμιού. Στα 1966 ο χώρος του υπεδέχθη τον έκπτωτο Σαουδάραβα βασιλιά Ιμπν Σαούντ, προκειμένου να προσευχηθεί σ΄αυτό. Το ζαμί δυστυχώς το 1981 υπέστη μεγάλες στατικές βλάβες απο τον καταστρεπτικό σεισμό, οι οποίες όμως απεκατάστάθηκαν στο έπακρο. Απο το 1991 ξαναλειτούργησε ως «Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης».
Οικία Αριστομένη Προβελλέγγιου
Η οικία ενός εκ ων επιφανεστέρων σύγχρονων ελλήνων ποιητών, ευρίσκονταν στην διασταύρωση των οδών Ερμού και Αθηνάς. Του Αριστομένη Προβελέγγιου. Ο ποιητής (1850-1936) είχε νυμφευτεί την φιλότεχνη Αγλαΐα Βλάχου της γνωστής και ηθικά μεγαλουργού οικογένειας Βλάχου, με μείζονα συμμετοχή και παρουσία στα εκδοτικά δρώμενα της Ελλάδος. Είχε στην ιδιοκτησία της την υψηλού εκδοτικού ήθους και κύρους εφημερίδα «Καθημερινή».
Ταβέρνα αδελφών Σιγάλα
Ευρίσκεται επι της Πλατείας Μοναστηρακίου και ιδρύθηκε το 1879. Όμως με την έλευση του 20-ου αιώνα και για αρκετά χρόνια μετά, κατέστη στέκι διανοουμένων και ανθρώπων της τέχνης της Αθήνας. Η ταβέρνα αλλάζει ιδιοκτησιακό καθεστώς το 1980 και πέρασε στην ιδιοκτησία του Σπύρου Μπαϊρακτάρη. Και με την νέα διεύθυνσή της, η ταβέρνα γνώρισε μεγάλη ακμή και εξακολουθεί και σήμερα να αποτελεί ένα απο τα κεντρικότερα στέκια των Αθηνών.
Πλατεία Αβησσυνίας
Είναι χαρακτηριστικό στοιχείο της ταυτότητας του Μοναστηρακίου και υφίσταται μεταξύ των οδών Ερμού, Ηφαίστου και Αγίου Φιλίππου. Προφανώς το όνομα Αβησσυνίας το έλαβε απο Αιθίοπες κατοίκους της, δοθέντος ότι Αβησσυνία λέγεται η Αιθιοποία. Χωροταξικά η πλατεία χαράκτηκε το 1860 και αποτέλεσε το κεντρικό σημείο παζαριού των μεταχειρισμένων ειδών, το οποίο είχε μεταφερθεί στην Πλατεία Αβησσυνίας, απο την Πλατεία Δημοπρατηρίου το 1910. Περισσότερο γνωστή όμως έγινε η Πλατεία με το όνομα «Γιουσουρούμ», απο το όνομα του εβραϊκής καταγωγής παλαιοπώλη Ηλία Γιουσουρούμ, ο οποίος πρωτολειτούργησε στα τέλη του 10-ου αιώνα παλαιοπωλείο. Ο Γιουσουρούμ ακόμα ως δαιμόνιος έμπορος πρωτοστάτησε το 1914 στην ίδρυση σωματείου Παλαιοπωλών, του οποίου και υπήρξε σημαίνον στέλεχος. Αλλά και με άλλες ακόμα ονοματοδοσίες συναντάμε την Πλατεία. Φέρει έτσι το όνομα «Παλιατζίδικα». Η γειτονιά περιμετρικά της Πλατείας και με κατεύθυνση την οδό Ερμού απεκαλείτο μέχρι το 1875 «Μαγγανάρια», απο τους μαγγανάρηδες τεχνίτες επεξεργασίας της μετάξης. Επίσης στην δυτική πλευρά της μετέπειτα Πλατείας, υφίστατο και ο γκρεμισμένος ναός του Αγίου Νικολάου στα μαγγανάρια. Ο εμπορικός χαρακτήρας του Μοναστηρακίου και η αγορά του σε πρώτη φάση, απευθύνονταν στην φτωχολογιά και τα λαϊκά κατά βάση στρώματα. Και στο γεγονός αυτό απο κοινωνικής απόψεως, συνέτεινε και η μαζική συρροή στην Αθήνα ξεριζωμένων προσφύγων με την έκσπαση της μικρασιατικής τραγωδίας το 1922. Οι τελευταίοι που είχαν φτιάξει παραπήγματα και πρόχειρα προσφυγικά καταλύμματα στην ευρύτερη περιοχή όπως στην Πλατεία Θησείου, ασχολήθηκαν με το μικρό εμπόριο και την πώληση μεταχειρισμένων αντικειμένων, τα οποία αφού συνέλεγαν γυρίζοντας όλη την πόλη, τα μεταπουλούσαν στους καταστηματάρχες του Μοναστηρακίου. Όμως απο την δεκαετία του ΄60 η καταναλωτική αντιμετώπιση των παλαιών αντικειμένων απο τον κόσμο άλλαξε ριζικά, αφού πλέον η κοινωνία τα αντιμετώπιζε όχι ώς άχρηστα αντικείμενα, αλλά ως συλλεκτικής αξίας δημιουργίες, που μπορούσαν με υψηλή αισθητική να επενδύσουν χώρους.
Καφενείο «Το Χάνι του Όθωνα»
Συνιστά ένα εκ των παλαιοτέρων καφενείων της πόλης και σηματοδοτεί κοινωνικά και αισθητικά μια ολάκερη εποχή. Στην πρόσοψη του φέρει επιγραφή που γράφει «Εν έτει 1826» Η γειτονιά Β.Δ. του της εκκλησίας των Αγίων Ασωμάτων, απεκαλείτο παλιά «εβραϊκά». Ένεκα της εγκατάστασης εκεί κατά τον 19-ο αιώνα και τις αρχές του 20-ου, αρκετών εβραϊκών οικογενειών.
Ναός – Πλατεία Αγίων Ασωμάτων
Στον δρόμο της Ερμού υφίσταται μικρή Πλατεία, πάνω στην οποία υπάρχει ομώνυμη με την πλατεία εκκλησία, που λέγεται «Αγίων Ασωμάτων». Η εκκλησία είναι της δεύτερης πεντηκονταετίας του 11-ου μ.Χ. αιώνα. Ως πρός τον αρχιτεκτονικό του ρυθμό ο ναός είναι τετρακιόνιος, σταυροειδής, εγεγγραμμένος με τρούλο αθηναϊκού τύπου. Και ήταν περικαλής και πασίγνωστος για την αισθητική αρτιότητά του. Ο ναός φέρει αισθητικά στοιχεία της αραβικής τεχνοτροπίας, γεγονός που παραπέμπει στις κοινωνικές επιρροές μιας μικρής κοινότητας εμπόρων Αράβων, που είχαν εγκατασταθεί στα μέσα του 19-ου αιώνα στην Αθήνα. Με το πέρας της τουρκοκρατίας, η παρουσία του ναού, πέριξ μιας εκ των πυλών του τείχους του Χασεκή, την επονομαζόμενη «γύφτικη πόρτα», του προσέδωσε το όνομα «Ασώματος της γυφτόπορτας». Αφότου έλαβε χώρα η απελευθέρωση απο τον τουρκικό ζυγό, η εκκλησία των Αγίων Ασωμάτων χρησιμοποιήθηκε ως φαρμακείο. Όμως αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις και προσθήκες που έγιναν στον ναό στα τέλη του 19-ου αιώνα και στις αρχές του 20-ου, αλλοτρίωσαν στην αισθητική του φυσιογνωμία. Την περίοδο 1955-1960, έγιναν παρεμβάσεις αναστήλωσης του ναού.
Οικία Τράϊμπερ
Ένα ιστορικό κτίριο και ως πρός την αρχιτεκτονική του ταυτότητα και ως πρός τον κοινωνικό του χαρακτήρα ευρίσκονταν στην Πλατεία Αγίων Ασωμάτων, μέχρι της κατεδαφίσεώς του. Ήταν η περιώνυμη οικία Τράϊμπερ. Ανηγέρθη στα χρόνια της Οθωνικής περιόδου το 1837 και αποτέλεσε ένα απο τα σημαντικότερα κτίρια της εποχής. Απο τα πιο επιβλητικά αισθητικά στοιχεία του κτιρίου ήταν το άετωμα που έφερε. Ανήκε στην ιδιοκτησία του γερμανού φιλέλληνα ιατρού Ερρίκου Τράιμπερ (Erik Treiber, 1797-1882). Ο γερμανός ιατρός ελαυνόμενος απο αισθήματα αγάπης για την Ελλάδα, αφίχθη στην Αθήνα το 1822 νεότατος προκειμένου να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον εθνικοαπελυθερωτικό αγώνα των επαναστατημένων Ελλήνων. Και αποτέλεσε μάλιστα και προσωπικός ιατρός του βασιλέως Όθωνος. Ήταν τόσο μεγάλη όμως η αγάπη του για την Ελλάδα, που παρέμεινε παντοτεινά σ΄αυτήν μέχρι τον θάνατό του. Στο επιβλητικό κτίριο Τράιμπερ, εστεγάζετο απο το 1864 εως και της μεταστέγασής του στα νέα του κτίρια στην οδό Βας. Σοφίας, το Γηροκομείο Αθηνών. Κεντρική Βιβλιογραφία «Αθήνα» των Θ. Γιοχάλα, Τ. Καφετζάκη, εκδόσεις «Εστία» 2013. Στην 1-η φωτογραφία το Μοναστηράκι στις αρχές του 20-ου αιώνος, στην 2-η φωτογραφία η συνοικία του Ψυρρή τον 19-ο αιώνα, στην 3-η το Μοναστηράκι το 1920 μπροστά στο Μνημείο των Αέρηδων, όπου στρατιώτες φορτώνουν κάρα με ψωμί απο τον στρατιωτικό φούρνο που εστεγάζετο στο Φετιχιέ Τζαμί, κοντά στην πύλη της Ρωμαϊκής Αγοράς. Στην 4-η φωτογραφία και κατά τον μεγάλο μας φωτογράφο Πέτρο Πουλίδη, η Κεντρική Λαχαναγορά στην Αγία Τριάδα του Ψυρρή στα 1915, όπου ένας οποροπώλης με το κάρο του φορτωμένο, ξεκινά την βιοποριστική του εξόρμηση στους δρόμους της Αθήνας. Και στην 5-η ο περίφημος - σκληροτράχηλος πρώτος Αστυνομικός Διευθυντής της Αθήνας Δημήτριος Μπαϊρακτάρης (1833-1900), που με εντολή του μεγάλου μας πολιτικού μεταρρυθμιστή Χαριλάου Τρικούπη, κατόρθωσε να απαλλάξει την Αθήνα, απο την μάστιγα των «κουτσαβακίων», που είχαν σαν ορμητήριό τους την Πλατεία Ηρώων στου Ψυρρή. Το παρόν κείμενο είναι απόσπασμα απο το υπο έκδοση σε λίγες μέρες βιβλίο μου "ΑΘΗΝΑ, ζαφειρόπετρα....", όπου επιχειρεί μια πανοραμική κάτοψη στην πολιτισμική-αρχιτεκτονική-κοινωνική ταυτότητα της Αθήνας μας, ενώ παρουσιάζει στο πρώτο μέρος του, όλους τους διατελέσαντες Δημάρχους της Αθήνας, απο το 1830 μέχρι σήμερα.
www.panosavramopoulos.blogspot.gr