Β. Κικίλιας: Ενίσχυση του ΕΣΥ με μόνιμες προσλήψεις και αύξηση των ΜΕΘ
Το Εθνικό Σύστημα Υγείας βρέθηκε στο επίκεντρο της συζήτησης στην επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής, με τον υπουργό Υγείας Βασίλη Κικίλια, να διαβεβαιώνει ότι προτεραιότητα και δέσμευση της κυβέρνησης είναι η ενίσχυσή του μέσα από ένα εθνικό στρατηγικό σχέδιο το οποίο είναι σε εξέλιξη και με την αντιπολίτευση να κάνει λόγο για αοριστίες και επικοινωνιακές εξαγγελίες.
Ενημερώνοντας τα μέλη της Επιτροπής για τα μέτρα και τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης σε σχέση με την κρίση της πανδημίας του κορονοϊού και την επόμενη μέρα, ο κ. Κικίλιας έδωσε έμφαση στη ενίσχυση του ΕΣΥ, τόσο με διάθεση επιπλέων πόρων, όσο και με μόνιμες προσλήψεις ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού αλλά και ανακαίνιση όλων των νοσοκομείων: «Η επόμενη μέρα της κρίσης δεν είναι αύριο, είναι τώρα», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Κικίλιας, διαβεβαιώνοντας ότι οι Μονάδες Εντατικής Θεραπείας από 947 που είναι σήμερα θα φθάσουν στις 1200, ενώ οι νέες εγκρίσεις για προσλήψεις για μόνιμο προσωπικό στο ΕΣΥ, από τις 2000 που ήταν στον αρχικό προγραμματισμό και τις 4150 που είναι σήμερα, θα ξεπεράσουν τις 5000.
Αναφερόμενος στα αποτελέσματα για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού, ο κ. Κικίλιας έκανε λόγο για «ηρωϊκή και επιτυχημένη προσπάθεια που έγινε», στην οποία όπως είπε, «συστρατεύτηκαν όλοι, πολιτικοί, επιστημονικό προσωπικό και κοινωνία δείχνοντας ωριμότητα και μεγαλείο ψυχής». Ο κ. Κικίλιας έδωσε έμφαση στα έγκαιρα μέτρα που έλαβε η Ελλάδα για την αντιμετώπιση της επιχειρησιακής κρίσης, τονίζοντας ότι «ήμασταν προετοιμασμένοι για τα χειρότερα και αξιοποιήσαμε όλα τα μέσα που είχαμε με στόχο να διαφυλάξουμε το αγαθό της υγείας και της ζωής». Κάνοντας έναν απολογισμό του υπουργείου Υγείας για το πώς διαχειρίστηκε τη κρίση, τόνισε μεταξύ άλλων, ότι έγιναν πάνω από 30 ασκήσεις ετοιμότητας, ενώ υπήρχε συνεχώς επαφή, τόσο με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας όσο και με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Λοιμώξεων, από τους οποίους υπήρχαν σαφείς οδηγίες.
Μίλησε ακόμα για «έναν τεράστιο πόλεμο υλικού που μαίνεται και που δεν έχει κανένα αξιακό κώδικα», και τόνισε ότι «επίσημα και ανεπίσημα εκλάπησαν φορτία με απαραίτητο υγειονομικό υλικό και δεν έφθασαν ποτέ στο προορισμό τους».
«Ζήσαμε σε επίπεδο παρασκηνίου ένα βασικό πρόβλημα. Δεν υπήρχαν οι δυνατότητες πρόσβασης κάθε χώρας σε υγειονομικό υλικό. Ακόμα και τώρα διεξάγεται μια τεράστια διπλωματική και εμπορική μάχη για τις προμήθειες και τα βασικά προϊόντα υγειονομικού υλικού», ανέφερε χαρακτηριστικά. Παράλληλα, διαβεβαίωσε ότι στόχος της κυβέρνησης είναι να δημιουργηθεί μόνιμη αλυσίδα προμηθειών και ένα πρόγραμμα υγειονομικής ασφάλειας της χώρας. «Μένει ακόμα πολύς δρόμος για να γίνουν κτήμα μας οι κανόνες υγιεινής», συμπλήρωσε.
Έμφαση έδωσε ο κ. Κικίλιας στη «κομβική και πολύ σημαντική βοήθεια των ιδιωτών για τη στήριξη του ΕΣΥ». Όπως είπε, 865 οργανισμοί και φορείς έκαναν δωρεές που ξεπερνούν τα 89 εκ. ευρώ ενώ άλλοι 226 έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον με προσφορές που φθάνουν στα 8,8 εκ. ευρώ, ενώ δεσμεύτηκε ότι μόλις ολοκληρωθεί η διαδικασία, όλα τα στοιχεία θα κατατεθούν στη Βουλή. Ακόμα αναφέρθηκε στην ευγενική προσφορά των εφοπλιστών, με την οποία όπως είπε, θα ανακαινηθούν πλήρως 2.857 χώροι υγιεινής.
«Χτίζουμε ένα νέο ΕΣΥ. Μετατρέψαμε τη κρίση της πανδημίας σε ευκαιρία για την αναμόρφωση του. Αυτή η προσπάθεια εντάθηκε και θα ενταθεί τους επόμενους μήνες. Υπάρχει εθνική βούληση και εθνική συναίνεση, έχουμε τους ευρωπαϊκούς πόρους, η Ελλάδα διαθέτει κορυφαίο επιστημονικό ιατρικό προσωπικό, με βάσει αυτά ενεργήσαμε και ενεργούμε», είπε και πρόσθεσε: «Μετά από 10 χρόνια οικονομικής κρίσης είναι καιρός να κοιτάξουμε πέρα από τους αριθμούς, τους ανθρώπους και τη καλή υγεία. Είναι ανάγκη μιας νέας πολιτικής για τη δημόσια υγεία. Με αφορμή τη κρίση δημιουργήθηκε η αδήριτη ανάγκη να μπει σε στέρεες βάσεις το ΕΣΥ. Αυτή η ανάγκη αποδείχτηκε ότι δεν είναι μόνο εθνική αλλά και ευρωπαϊκή».
«Υλοποιείται ένα λειτουργικό δημόσιο σύστημα ασφαλείας που θα ενεργοποιείται σε κρίσεις. Γιατί η επένδυση στη δημόσια υγεία αποδίδει το καλύτερο επιτόκιο. Και το υγειονομικό πλεονέκτημα που αποκτήσαμε πρέπει να το κάνουμε κεκτημένο», κατέληξε ο υπουργός Υγείας.
«Υπάρχει μια ρωγμή στο νεοφιλελεύθερο αφήγημα για το δημόσιο σύστημα υγείας», αντέτεινε από την πλευρά του ο πρώην υπουργός Υγείας και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Ανδρέας Ξανθός. «Οι κινήσεις που έκανε η κυβέρνηση δεν πείθουν κανέναν. Στους 3 τελευταίους μήνες, ούτε ένα σχεδιασμό μόνιμων προσλήψεων ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού δεν είδαμε. Αν δεν υπάρξει προοπτική προσλήψεων μέσω ΑΣΕΠ και με ειδική μοριοδότηση όσων έβαλαν πλάτη στη κρίση, και αν δεν διατεθούν πόροι, η προσπάθεια ενίσχυσης του ΕΣΥ θα μείνει στον αέρα», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ωστόσο, ο πρώην υπουργός Υγείας, αναγνώρισε ότι «η πορεία της πανδημίας στην Ελλάδα είχε διαχειρίσιμη εξέλιξη», και αυτό όπως είπε, «φαίνεται από το γεγονός ότι μέχρι στιγμής αποφύγαμε να ζήσουμε μια μεγάλη υγειονομική τραγωδία που έζησαν άλλες ευρωπαϊκές χώρες».
«Σίγουρα έπαιξε καταλυτικό ρόλο ότι η κυβέρνηση υιοθέτησε τις εισηγήσεις των εξαίρετων επιστημόνων της χώρας μας και πάρθηκαν έγκαιρα μέτρα. Αποδείχτηκε ότι υπήρξε σωστή υγειονομική στρατηγική η οποία απέδωσε», τόνισε ο κ. Ξανθός. Παράλληλα, έδωσε έμφαση στην στήριξη που είχε η κυβέρνηση, τόσο από τα κόμματα και τους επιστημονικούς φορείς, όσο και από τη κοινωνία. «Στην αποτελεσματικότητα των μέτρων, πολύ σημαντικό ρόλο έπαιξε και ότι υπήρξε πολιτική συνεννόηση με την αξιωματική αντιπολίτευση και το σύνολο του πολιτικού κόσμου που στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων, με τους φορείς που έδειξαν την απαραίτητη σοβαρότητα αλλά και με την υπευθυνότητα των πολιτών που στερήθηκαν την ελευθερία τους. Ένα κλίμα που δεν το είδαμε σε άλλες υγειονομικές κρίσεις στο παρελθόν», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε ο κ. Ξανθός στην ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας και στη πολιτική που εφάρμοσε σε αυτή τη κατεύθυνση η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Από την πρωτόγνωρη αυτή παγκόσμια υγειονομική κρίση, αποδείχτηκε ότι το ΕΣΥ άντεξε. 'Αντεξε, γιατί τη προηγούμενη περίοδο υπήρξε μια κρίσιμη και στοχευμένη παρέμβαση ενίσχυσής του με επιπλέον πόρους και ανθρώπινο δυναμικό».
Παράλληλα, έκανε λόγο για «φαινόμενα αυταρέσκειας και αλαζονείας που διακινήθηκαν στο δημόσιο λόγο», ενώ σημείωσε ότι υπήρξαν και υπάρχουν προβλήματα στο υγιεινό κομμάτι, όπως η μη προληπτική παρέμβαση σε δομές αλλά και η άρνηση της κυβέρνησης να μην κάνει αποδεκτή την πρόταση για τη σύσταση διακομματικής επιτροπής που θα ελέγχει τις κρατικές δαπάνες.
«Πρέπει η κυβέρνηση να δεχτεί να υπάρξει δημόσια λογοδοσία και να δώσει απαντήσεις για τους χειρισμούς της σε ότι αφορά τις έκτακτες δαπάνες», είπε και συμπλήρωσε:
«Δεν δικαιολογείται καμία έπαρση, γιατί τώρα που μπαίνουμε στη δεύτερη φάση, με την άρση των μέτρων και την σταδιακή επαναφορά στη κανονικότητα αρχίζουν τα δύσκολα. Ο υγειονομικός κίνδυνος και οι εστιακές αναζοπυρώσεις είναι εδώ, είναι υπαρκτοί κίνδυνοι, δεν πρέπει να υπάρξει εφησυχασμός. Όπως είναι υπαρκτά και τα προβλήματα στην οικονομία και οι κρίσιμες προοπτικές για τον τουρισμό μας».
Την ανάγκη ενίσχυσης του Δημόσιου Συστήματος Υγείας με ένα νέο εξειδικευμένο σχέδιο, τόνισε ο βουλευτής του ΚΙΝΑΛ Ανδρέας Πουλάς. Παράλληλα, έκανε λόγο για οξύτατα προβλήματα που υπάρχουν, τόσο στις ΜΕΘ όσο και στις ΜΑΘ, επισημαίνοντας ότι «με επικοινωνιακού τύπου εξαγγελίες και χωρίς μόνιμες προσλήψεις και διάθεση πόρων, δεν λύνονται τα προβλήματα του ΕΣΥ».
Ακόμα, κάλεσε τη κυβέρνηση να κάνει δεκτή τη πρόταση για τη σύσταση διακομματικής επιτροπής για την αξιοποίηση των δωρεών.
«Για να δημιουργήσουμε ένα ισχυρό ΕΣΥ πρέπει να αντιμετωπίσουμε αποφασιστικά τις γκρίζες ζώνες που υπάρχουν με συγκεκριμένο σχέδιο και όχι με μπαλώματα», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Πουλάς.
Την έμπρακτη και ουσιαστική ενίσχυση του ΕΣΥ, ενόψει ενός ενδεχόμενου δεύτερου κύματος της πανδημίας, ζήτησε ο βουλευτής του ΚΚΕ Γιώργος Λαμπρούλης, τονίζοντας ότι κυβέρνηση και κράτος έχουν ευθύνη για αυτό. «Αν κάποιος τα κατάφερε και η χώρα πήγε καλά, είναι ο λαός που τήρησε τις οδηγίες των ειδικών», είπε και πρόσθεσε ότι «ο χρόνος που κερδήθηκε πρέπει να αξιοποιηθεί για να γίνουν οι αναγκαίες προσλήψεις προσωπικού στο σύστημα Υγείας, να υπάρξει εφοδιασμός σε μέσα υγειονομικής προστασίας και να επιταχθεί ο ιδιωτικός τομέας.
Ο κ. Λαμπρούλης χαρακτήρισε ακόμα, «σταγόνα στον ωκεανό τις λιγοστές προσλήψεις επικουρικών γιατρών και νοσηλευτών», τόνισε ότι «βγάζουν μάτι οι ελλείψεις σε Κέντρα Υγείας, νοσοκομεία και εργαστήρια» ενώ επεσήμανε ότι «λείπουν περίπου 30.000 προσωπικό όλων των ειδικοτήτων με βάση τα οργανογράμματα».
Για προβλήματα που υπήρξαν και εξακολουθούν να υπάρχουν αλλά και για αστοχίες και ασάφειες της κυβέρνησης, έκαναν λόγο οι βουλευτές, της Ελληνικής Λύσης Μαρία Αθανασίου και ΜεΡΑ25 Φωτεινή Μπακαδήμα.
Παράλληλα κατηγόρησαν τη κυβέρνηση για επικοινωνιακή και όχι ουσιαστική πολιτική για την ενίσχυση ενός Δημόσιου Συστήματος Υγείας.
Κλείνοντας τη συζήτηση, και απαντώντας σε αιτιάσεις για μη διαφανή διαδικασία σε ό,τι αφορά είτε συμβάσεις για προμήθεια υγειονομικού υλικού είτε δωρεές, ο κ. Κικίλιας τόνισε ότι προσωπικά ο ίδιος δεν σηκώνει μύγα στο σπαθί του και πρόσθεσε ότι όποιος έχει κάτι να πάει στον εισαγγελέα.
«Θέλουν κάποιοι λίγοι να μείνουμε στο χτες σε ένα μείζον υγειονομικό θέμα, ας μείνουν. Εγώ θα μείνω πιστός μέχρι τέλος στο τρόπο που αντιμετωπίζει το υπουργείο Υγείας ένα μείζονα θέμα υγείας, με σωστή διαχείριση, διαφάνεια, λογοδοσία και αξιακό κώδικα. Θα μείνω συνεπής σε αυτό που όρισε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης: Διαφάνεια, λογοδοσία και τήρηση των εισηγήσεων και συμβουλών, από τους ειδικούς κορυφαίους επιστήμονες. Από τη κρίση αυτή αποδείχτηκε ποιος μπορεί να την αντιμετωπίσει και ποιος όχι. Το υπουργείο Υγείας, με σοβαρότητα, ειλικρίνεια, διαφάνεια και μέγιστη συναίνεση, θα συνεχίσει το έργο του», κατέληξε ο κ. Κικίλιας.